Μια χριστουγεννιάτικη νύχτα, ο άγιος Ιερώνυμος είχε φτάσει στο Σπήλαιο της Βηθλεέμ, εκεί όπου γεννήθηκε ο Χριστός, και προσευχόταν.
Ξαφνικά ακούει τη φωνή του Ιησού, να του λέει:
- Ιερώνυμε, τι έχεις να μου προσφέρεις για την ημέρα των γενεθλίων μου;
- Ω, θείος Βρέφος, απαντάει εκείνος, το ξέρεις ότι για Σένα παράτησα όλα τα μεγαλεία και όλες τις χαρές του κόσμου, και ασκητεύω τόσα χρόνια... Όλη μου η διάνοια, η καρδιά μου, η ύπαρξή μου, Σου ανήκουν. Τι άλλο μπορώ να Σε προσφέρω; Δεν έχω τίποτα άλλο...
- Ιερώνυμε, έχεις και κάτι ακόμη, και το ξεχνάς... το θέλω!
- Μα τι είναι αυτό, Κύριε; Ω, Αγάπη της αγάπης μου! Ω, Ζωή της ζωής μου! Πώς έχω κάτι ακόμη και το κρατάω για μένα; Πες μου, τι ξέχασα να Σου το προσφέρω;
Μεσολάβησαν λίγες στιγμές σιωπής, και η φωνή ξανακούστηκε:
- Ιερώνυμε, δώσε μου τις αμαρτίες σου!
- Τις αμαρτίες μου, Πανάγιε Θεέ... τι να τις κάνεις, τέτοια σιχαμερή συμφορά;
- Μα γι’ αυτές ήρθα στον κόσμο, Ιερώνυμε, και αυτές αναζητώ σε κάθε άνθρωπο για να τις συγχωρήσω!
Δεν ζητάει τα χρήματά μας ο Θεός. Δεν ζητάει τα κτήματά μας ο Θεός. Τις αμαρτίες μας ζητάει, για να μας δώσει την Βασιλεία των Ουρανών, και εμείς, αντί αυτών, Του προσφέρουμε κεριά, Του φέρνουμε λάδι, Του φέρνουμε κόλλυβα, Του φέρνουμε πρόσφορα, φτάχνουμε πολυελαίους, χτίζουμε μοναστήρια, χτίζουμε ναούς... τις αμαρτίες μας όμως δεν τις δίδουμε!
Διασώθηκε από τους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας