Πολλές φορές ο άνθρωπος από το βάρος της αμαρτίας έρχεται στο σημείο να λέει: «Μα, μπορεί ο Θεός να μου συγχωρέσει αυτά που έκανα;» Από τη μια πλευρά έχει δίκιο. Νοιώθει το βάρος κι αναρωτιέται, αν τόσο βάρος μπορεί να το σηκώσει ο Θεός!
Για όνομα του Θεού! Δεν μπορεί ο Θεός, ο Χριστός, το πέλαγος της ευσπλαχνίας και των οικτιρμών, να σηκώσει το βάρος μιας ψυχής αμαρτωλής;
Μια χούφτα άμμος όταν ριφθεί μέσα στους ωκεανούς, έχει καμία υπόσταση; Καμία υπόσταση, χάνεται. Φαίνεται τίποτε στην επιφάνεια; Μηδαμώς.
Ακριβώς έτσι είναι και όλα τα αμαρτήματα της ανθρωπότητος. Είναι ένα μηδέν εμπρός στην άβυσσο της ευσπλαχνίας του Θεού. Πολλά μάλλον τα αμαρτήματα μιας και μόνον ψυχής!
Έρχεται όμως από τα δεξιά ο αλλότριος της σωτηρίας του ανθρώπου, ο δαίμονας, και συμβουλεύει την ψυχή: «Δεν συγχωρείσαι με τίποτε!» Την σπρώχνει, την πιέζει και την “πρεσάρει” για να την εξωθήσει στο έγκλημα της αυτοκτονίας. Γι’ αυτό τον λόγο εμείς ποτέ να μη πιστέψουμε κάτι τέτοιο, ακόμη και αν κάθε ημέρα εγκληματούμε. Ποτέ να μη χάσουμε την ελπίδα, όσα κι αν πράττουμε, όσο κι αν πέφτουμε, όσο κι αν τραυματιζόμαστε και χτυπάμε· μηδαμώς απελπισία και απόγνωση.
Μα, θα πει ο λογισμός: «Έως πότε θα με περιμένει ο Θεός;» Εφόσον ο Θεός σού χαρίζει ζωή, αυτό είναι μία εγγύηση του Θεού ότι σε περιμένει. Δεν μπορείς εσύ να αποκλείσεις το δικαίωμα της προσμονής του Θεού. Μ’ αυτή την ελπίδα, μ’ αυτό το θάρρος να προσερχόμαστε στον Θρόνο της Χάριτος του Θεού.
Έχουμε αναρίθμητα φωτεινά παραδείγματα μετανοίας ανθρώπων, μακράν του Θεού ευρισκομένων, οι οποίοι επέστρεψαν και όχι απλώς σώθηκαν, αλλά άγγιξαν μεγάλα μέτρα αγιότητος!